Καθημερινές διαβεβαιώσεις έδιναν οι συνεργάτες του Λευτέρη Αυγενάκη ότι δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι στο σχέδιο νόμου μετά από την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης.
του Σταύρου Γεωργακόπουλου
[email protected]
Εμφανίζονταν κατηγορηματικοί ακόμα και για την αναδρομική ισχύ της διάταξης που αφορούσε στο ανώτατο όριο θητειών στην προεδρία μίας ομοσπονδίας παρά τη φημολογία που είχε αναπτυχθεί. Ακόμα και μετά από την αποστολή του νομοσχεδίου στη Γενική Γραμματεία της κυβέρνησης, στο επιτελείο του υφυπουργού Αθλητισμού επέμεναν ότι «τίποτα δεν έχει αλλάξει».
Κι, όμως, από το βράδυ της Δευτέρας 21 Οκτωβρίου οι ψίθυροι για αφαίρεση της αναδρομικότητας έγιναν ξεκάθαρες φωνές. Ενδεχομένως όχι από τον Αυγενάκη, αλλά από τους επιτελείς του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ξέρουν, άλλωστε, στο Μέγαρο Μαξίμου ότι η αναδρομική εφαρμογή ενός νόμου δεν μπορεί να σταθεί εάν προσφύγει κάποιος στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Και το τελευταίο που θα επιθυμούσαν στην κυβέρνηση θα ήταν μία κρίση του ΣτΕ για αντισυνταγματικές διατάξεις σε ένα νόμο.
Μέχρι να κατατεθεί το αθλητικό νομοσχέδιο στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, βέβαια, οι συζητήσεις στα παραγοντικά, πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία θα αποτελούν απλά φήμες. Μόνο τότε θα μάθουμε τι ακριβώς σχεδιάζει ο Αυγενάκης, υπό την καθοδήγηση της κυβέρνησης.
Αντίβαρο στην αναδρομικότητα, πάντως, φαίνεται πώς υπάρχει. Λέγεται πώς θα προστεθεί στους περιορισμούς και όριο ηλικίας, όπως έχει πράξει η ΔΟΕ. Με τα 80 χρόνια να αποτελούν το ταβάνι για τη συμμετοχή κάποιου παράγοντα σε εκτελεστική θέση μιας ομοσπονδίας. Διάταξη που τουλάχιστον αφαιρεί έναν πονοκέφαλο από τον Αυγενάκη διότι «αιχμαλωτίζει» και οδηγεί στην πόρτα εξόδου τον Γιώργο Βασιλακόπουλο. Βασικό στόχο του υφυπουργού Αθλητισμού. Προφανώς, για τους άλλους «δεινόσαυρους» θα κάνουν λίγη υπομονή στο επιτελείο του Λευτέρη Αυγενάκη.
Η εβδομάδα, πάντως, χάθηκε. Φτάσαμε βράδυ Τρίτης και δύσκολα θα ανοίξει η συζήτηση για το νομοσχέδιο στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων πριν από την ερχόμενη Δευτέρα. Φυσικά, στη ζωή ποτέ δεν πρέπει να λέμε «ποτέ», αλλά τις περιορισμένες πιθανότητες μπορούμε να τις υπογραμμίσουμε.