Η απαλλαγή του διάσημου Νοτιοαφρικανού Παραολυμπιονίκη Όσκαρ Πιστόριους από την κατηγορία περί φόνου εκ προμελέτης της 29χρονης συντρόφου του, Ρίβα Στέενκαμπ, έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου στη χώρα του απαρτχάιντ, με τις φωνές που κάνουν λόγο για «δικαιοσύνη των διασήμων» να πληθαίνουν καθημερινά. Πού βρίσκεται άραγε η αλήθεια;
του Νίκου Κούδα
[email protected] follow me @nkoudas
«Καλύτερα χίλιοι ένοχοι έξω από τη φυλακή, παρά ένας αθώος μέσα σε αυτήν», λέει μία από τις βασικές αρχές του ποινικού δικαίου. Γι’ αυτό άλλωστε ο νόμος προβλέπει ότι προκειμένου να καταδικασθεί κάποιος κατηγορούμενος, το δικαστήριο θα πρέπει να εχει πεισθεί «πέραν πάσης αμφιβολίας» για την τέλεση του αδικήματος από πλευράς του φερόμενου ως δράστη. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία βαρύτατη κατηγορία φόνου εκ προμελέτης -ή έστω σε βρασμό ψυχικής ορμής του δράστη («εν βρασμώ ψυχής», όπως έλεγαν οι παλιότεροι)- η οποία επισύρει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ή σε μερικές χώρες ακόμη και αυτήν της θανατικής ποινής.
Στην υπόθεση Πιστόριους, η πρόεδρος του δικαστηρίου Τοκοζίλε Μασίπα απήλλαξε τον αθλητή από την κατηγορία του φόνου εκ προμελέτης ή σε βρασμό ψυχικής ορμής, καθώς όπως απεφάνθη, σύμφωνα με τα αξιώματα του ποινικού νομικού συστήματος της Νότιας Αφρικής, «η κατηγορούσα αρχή της πολιτείας απέτυχε να αποδείξει πέραν πασης αμφιβολίας ότι ο κατηγορούμενος σκότωσε το θύμα από πρόθεση». Στοιχειοθετώντας το σκεπτικό της ετυμηγορίας της, η δικαστής Μασίπα τόνισε ότι «…ο κατηγορούμενος εσφαλμένα πίστεψε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο τη στιγμή που πυροβολούσε, σκοτώνοντας τη σύντροφό του. Κατά συνέπεια, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να θεωρηθεί ένοχος για δολοφονία», ενώ συμπλήρωσε ότι ο Πιστόριους «δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα σκότωνε τη σύντροφό του Ρίβα Στέενκαμπ, η οποία βρισκόταν πίσω από την πόρτα του μπάνιου».
Αυτό, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι και το σημείο όπου η δικαστής έχει σφάλλει στην εκτίμησή της. Γιατί πώς είναι δυνατόν να ισχυρίζεται κάποιος ότι δεν μπορούσε να διαβλέψει ότι αν πυροβολήσει τέσσερις φορές εξ επαφής την ξύλινη πόρτα μίας πολύ μικρής τουαλέτας, με ένα περίστροφο 9 χιλιοστών γεμάτο ειδικού τύπου σφαίρες κοίλης αιχμής (ένα είδος βλήματος που έχει σχεδιασθεί για να γίνεται κομμάτια μόλις εισχωρήσει στον ιστό, με στόχο να προκαλέσει τη μέγιστη δυνατή βλάβη), δεν θα σκοτώσει τον οποιονδήποτε βρισκόταν μέσα στο διαστάσεων 1,5×1,5 δωμάτιο. Αυτό στη νομική επιστήμη ονομάζεται η αντίληψη του μέσου, λογικού ανθρώπου, που σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να μην είναι βέβαιος 100% για το αποτέλεσμα που θα επιφέρει η πράξη του, αλλά βάσει της λογικής και των διδαγμάτων της κοινής πείρας μπορεί να αντιληφθεί ότι είναι εξαιρετικά πιθανό το τι θα συμβεί. Και ο ιδιαίτερα έμπειρος από όπλα (σε σημείο παρεξήγησης…) Πιστόριους, δεν υπήρχε περίπτωση να μην προβλέψει τις συνέπειες που θα είχε η κίνησή του αυτή, ακόμη κι αν δεχθούμε ότι δεν επεδίωκε το αποτέλεσμά της. Φυσικά από το σημείο αυτό, μέχρι το σημείο να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Πιστόριους ήξερε ότι μέσα στο μπάνιο βρισκόταν η Στέενκαμπ και ότι είχε πρόθεση να την εκτελέσει εν ψυχρώ ή έστω πάνω στα νεύρα του λόγω κάποιου τσακωμού ενεργώντας με δόλο, υπάρχει μία σημαντική και άκρως κρίσιμη απόσταση, αφού από αυτή την ουσιαστική διαφορά διακυβεύεται η στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου για το υπόλοιπο της ζωής του.
Η καταδίκη του «Μπλέιντ Ράνερ» (όπως είναι το παρατσούκλι του 26χρονου, εξαιτίας των μεταλλικών λεπίδων που υποκαθιστούν τα πόδια του) για το ελαφρύτερο αδίκημα της ανθρωποκτονίας από βαριά αμέλεια, κατά πολλούς τον έριξε στα μαλακά, αφού η ποινή με την οποία κινδυνεύει κυμαίνεται μεταξύ επτά ετών φυλάκισης ως και 15 έτη κάθειρξης. Βάσει μάλιστα του νοτιοαφρικανικού ποινικού συστήματος, υπάρχει σοβαρή περίπτωση ο αθλητής να μην περάσει καν το κατώφλι της φυλακής, λαμβάνοντας αναστολή της ποινής του. Ήδη μάλιστα ο διάσημος αθλητής αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση έως τις 13 Οκτωβρίου, οπότε και θα ανακοινωθεί η τελική ποινή του. Μετά την ανακοίνωση και από το ύψος της ποινής, θα κριθεί και το αν η εισαγγελία της Πρετόρια θα υποβάλλει έφεση κατά της απόφασης, ανοίγοντας έναν νέο δικαστικό αγώνα. Όπως κι αν εξελιχθούν πάντως τα πράγματα, πολλοί νομικοί της Νότιας Αφρικής αλλά και απλοί πολίτες, έχουν εκφράσει την έκπληξη και την αποδοκιμασία τους για το αποτέλεσμα της δίκης, κάνοντας λόγο για κατάφωρη αδικία στη μνήμη της αδικοχαμένης Ρίβα, καθώς και για «δικαιοσύνη α λα καρτ», υπέρ των πλούσιων, των διάσημων και των ισχυρών. Απλός λαϊκισμός ή δικαιολογημένη αγανάκτηση από τους ανθρώπους μίας χώρας που έμαθε να ζει μέσα στον ρατσισμό και τη διάκριση των λευκών Αφρικάανερς (αποικιοκρατών από την Ολλανδία και τη Βρετανία) προς τους «κατώτερους» μαύρους γηγενείς;
Το τι πραγματικά συνέβη τα χαράματα της 14ης Φεβρουαρίου στο πολυτελές σπίτι του παραολυμπιονίκη σταρ στην Πρετόρια, το γνωρίζει μόνο αυτός και ο Θεός, για όσους πιστεύουν ότι υπάρχει. Εφόσον ο Πιστόριους δεν σκότωσε την Στέενκαμπ από πρόθεση ή πάνω στον εκνευρισμό του, τότε καλώς απαλλάχθηκε από την κατηγορία του φόνου, γιατί ο νόμος δεν πρέπει να καταδικάζει αθώους, ενεργώντας εκδικητικά προκειμένου να ικανοποιήσει τον όχλο που ζητάει «αίμα» για να ικανοποιηθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Αν ωστόσο το έπραξε από δόλο, καταφέρνοντας απλώς να παραπλανήσει το δικαστήριο, τότε έχει μπροστά του μία ολόκληρη ζωή για να αναμετρηθεί με τις Ερινύες του. Όπως αναγράφει και το τατουάζ που έχει χτυπήσει στην πλάτη του:
«Εγώ, λοιπόν, έτσι τρέχω, όχι σαν χωρίς στόχο· έτσι πυγμαχώ, όχι σαν να χτυπάω τον αέρα· αλλά δαμάζω το σώμα μου και το οδηγώ ως δούλο, μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, γίνω εγώ ο ίδιος αποδοκιμασμένος…».
(Επιστολή προς Κορινθίους, 9:26-27)