INTERVIEW
Ο θυρωρός της νύχτας
Published
11 έτη πρινon
Όταν η πόλη κοιμάται, ο Δημήτρης Καραθάνος μετρά χιλιόμετρα στο Καυταντζόγλειο. Αυτές είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες καλείται να προπονηθεί. Ο δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης του περιοδικού SOUL και μέλος του δυναμικού της Athens Voice, τυγχάνει παράλληλα ένας από τους πιο αφοσιωμένους δρομείς μεγάλων αποστάσεων της Θεσσαλονίκης. Πώς συνδυάζει τους δύο κόσμους; Και τι τροφοδοτεί την ανάγκη του να τρέχει μακριά, μέρα μπαίνει – μέρα βγαίνει; Ζητάμε εξηγήσεις.
συνέντευξη στον Σούλη Μέζο
[email protected]
φωτογραφίες Κώστας Αμοιρίδης
[email protected]
follow me @amiridiskostas
Από πότε χρονολογείται η σχέση σου με το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων; Είχες κάποιο αθλητικό background;
Α, μπα. Υπήρξα παροιμιωδώς αγύμναστος. Γύρω στο 2005 ωστόσο, έβλεπα ότι ο υφιστάμενος τρόπος ζωής μου δεν έβγαζε πουθενά. Έπινα, κάπνιζα, έτρωγα απερίσκεπτα, ξενυχτούσα, πνιγόμουν στα νεύρα, κατακυριευόμουν από το άγχος μιας δουλειάς απαιτητικής και, προπάντων, δεν έμενα μόνος λεπτό. Χρειαζόμουν έναν τρόπο για να εκτονώνω τις εντάσεις και να διοχετεύω το μόνιμο υστέρημα αδρεναλίνης μου. Παράλληλα, λαχταρούσα μια στάλα μοναξιάς. Οπότε, μια μέρα στα καλά καθούμενα, φόρεσα ένα ζευγάρι παλιοπάπουτσα, κατέβηκα στο δρόμο και αποπειράθηκα να τρέξω από την είσοδο του λιμανιού ως το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου – παιδαριώδης απόσταση, 1500 με 2000 μέτρα, ας πούμε. Μου βγήκε η ψυχή, πόνεσα σύγκορμος. Όταν ξεπιάστηκα, ξαναπήγα. Και ξαναπιάστηκα. Και πάει λέγοντας. 15.000 χιλιόμετρα αργότερα, έφτασα στο σημείο που βρίσκομαι. Πού ακριβώς; Αποδέχομαι ότι δεν έχω στόφα πρωταθλητή. Οι διακρίσεις θα με προσπερνούν διαχρονικά, δεν θα μου απονεμηθεί μετάλλιο ποτέ. Από την άλλη, έχω ξεπεράσει κάθε σύνορο, δεν υπάρχει το παραμικρό όριο στο πόσο πολύ μπορώ να τρέξω. 20, 30, 40 χιλιόμετρα, πιθανότατα και 50. Είναι απλά θέμα ελεύθερου χρόνου και απόφασης. Άπαξ και δίδαξα τον εαυτό μου να τρέχει, τα πνευμόνια μου δεν με εγκατέλειψαν ποτέ. Αυτό αρκεί.
Περιέγραψέ μας τη ρουτίνα σου. Πόσο δύσκολο είναι να συμβιβάσεις επαγγελματική ζωή και καθημερινή προπόνηση;
Ξυπνάω στις 4:00 με 4:30. Φτάνω στα γραφεία του SOUL στις 5:30, διεκπεραιώνω τα κατεπείγοντα και ανηφορίζω τρέχοντας για το Καυταντζόγλειο μεταξύ 6:00 και 7:00, ανάλογα με το είδος της ημέρας και τον όγκο της δουλειάς. Σε κάθε περίπτωση, ξεκινάω νύχτα, τουλάχιστον ωσότου περάσουμε στο χειμερινό ωράριο. Τις καλές ημέρες, τρέχω 20 με 25 χιλιόμετρα. Τις κακές, καλύπτω μίνιμουμ 16. Επιστρέφω στη δουλειά, παραμένω για όσο χρειαστεί, πηγαίνω σπίτι, διαβάζω όσο με κρατούν τα μάτια μου ανοιχτά, πέφτω για ύπνο το αργότερο στις δέκα. Μία από τα ίδια την επομένη.
Είσαι ευχαριστημένος από αυτό τον τρόπο ζωής;
Καθόλου. Θα ήθελα να τρέχω περισσότερο. Παραδοσιακά η καλή μου περίοδος είναι μεταξύ Μαΐου – Σεπτεμβρίου, είμαι πλάσμα του καλοκαιριού. Το συγκεκριμένο διάστημα φέτος έτρεχα 140 χιλιόμετρα την εβδομάδα, 600 χιλιόμετρα το μήνα. Στόχος μου ήταν να πιάνω τα 160 χιλιόμετρα εβδομαδιαίως, όσο τρέχουν δηλαδή οι ελίτ αθλητές. Δεν το κατόρθωσα. Πιθανότατα τεμπέλιασα, δεν πιέστηκα αρκετά. Ας είναι… του χρόνου πάλι. Το τρέξιμο, όπως και η ζωή, δεν είναι αμετάκλητα. You live to fight another day.
Ας περάσουμε στο προφανές: Γιατί τρέχεις;
Για να αντιστρέψω την ερώτηση, υπάρχουν χίλιοι δυο λόγοι για να μισήσει κανείς το τρέξιμο, οι περισσότεροι από τους οποίους οφείλονται στην κομπορρημοσύνη των ίδιων των δρομέων. Τίποτε δεν μου ανεβάζει το αίμα στο κεφάλι ταχύτερα από ένα σώψυχο σε blog, μια επαρμένη δήλωση ή ένα status update που ξεκινά συνήθως ως εξής: «τρέχω για να νικήσω τα εμπόδια», «τρέχω γιατί αγαπώ τα ηλιοβασιλέματα υπό τον ήχο των βημάτων μου», «τρέχω για να με γνωρίσω», «για να αγαπήσω τον εαυτό μου και τους γύρω μου», «γιατί κάθε μέρα σπρώχνω τα όριά μου λίγο πιο πέρα» και τέτοια αφόρητα παρεμφερή. Όμοια με τη στάνταρ τετριμμένη ιδέα που έχουμε για τους συγγραφείς, ότι δηλαδή γράφουν συντροφιά με ένα ποτήρι παλιό κρασί υπό το φως των κεριών, τις κουρτίνες να θροΐζουν και τον άνεμο να λυσσομανά, αγνοώντας τον αδυσώπητο φόρτο της δουλειάς τους, έτσι τείνουμε να πιστεύουμε ότι οι δρομείς είναι όντα υψιπετή –με τη διαφορά ότι συνήθως καλλιεργούν οι ίδιοι αυτό το προφίλ. Το τρέξιμο δεν δίνει παράσημα. Αρκετά πια με την υποτιθέμενη ηθική υπεροχή του μαραθωνοδρόμου. Μπορεί κάλλιστα να τρέχει με την ψυχή του κανείς και ταυτόχρονα να τυγχάνει άσος στο διπλοπαρκάρισμα, να κλέβει την εφορία, να κακομεταχειρίζεται τη γυναίκα του, να δουλεύει με πλαστά πιστοποιητικά στο δημόσιο. Ουδείς μας δεν είναι τόσο ξεχωριστός. Με μια κουβέντα: κάνε το κέφι σου, βρε αδελφέ. Μην το διαφημίζεις επιπλέον σαν ελιξίριο του ευ ζην.
Καλά τα λες. Λύσε μου μια απορία ωστόσο. Είναι άλλος Καραθάνος εκείνος που ανεβάζει καθημερινά επί χρόνια τις προπονήσεις του σε όλα τα διαθέσιμα social media; Σε τι διαφέρεις από όσους μας τρίβουν στα μούτρα τα κατορθώματά τους;
Καμία αντίρρηση. Δίκιο έχεις. Εναγκαλίστηκα το running application της Nike έξι – εφτά χρόνια πριν. Πιθανότατα ανήκω στο ιδρυτικό 1% των χρηστών της εφαρμογής. Μιλάμε για προϊστορικούς καιρούς, πολύ πριν τα smartphone, το καθολικά διαδεδομένο ίντερνετ, την τεχνολογική ευχέρεια των σημερινών εφαρμογών. Τότε έπρεπε να διαθέτεις iPod, να αγοράζεις ένα τσιπάκι που άδειαζε κάθε τόσο, να το εφαρμόζεις στο παπούτσι, και να προσεύχεσαι να μην αδειάσει στα μισά της προπόνησης. Παρόλα αυτά, χρειαζόμουν μέσο για να μετράω την πρόοδό μου, και το συγκεκριμένο έμοιαζε πρακτικό. Σήμερα, που η εφαρμογή δουλεύει αψεγάδιαστα έπειτα από τόσες αναβαθμίσεις και διαθέτω περισσότερα από 11.000 χιλιόμετρα καταγεγραμμένα στο site της Nike, η αφοσίωση αποδίδει καρπούς: με ένα κλικ μπορώ να ανατρέξω σε κάθε μου προπόνηση, μπορώ να γυρίσω πολύ πίσω και να δω την εξέλιξή μου με χάρτες και αριθμούς από μέρα σε μέρα. Όσο για τις αναρτήσεις στα social media, δεν περιέχουν παρά τα ουσιώδη: τόσα χιλιόμετρα, σε τόσο χρόνο, με το τάδε ή το δείνα τέμπο. Δεν κοροϊδεύω κανέναν. Αυτός είμαι, αυτό κάνω: τρέχω καθημερινά. Χώρια που έχω συνάψει πολύτιμες φιλίες στις ιστοσελίδες των δρομέων χάρη στα χιλιομετρικά status update, ορισμένες από τις οποίες προεκτάθηκαν και στην πραγματική ζωή.
Αναφέρθηκες στους δρομείς σαν κοινότητα, με τα όποια μειονεκτήματά της, αλλά έχω την αίσθηση ότι δεν αναφέρθηκες στον εαυτό σου: τι είδους συγκινήσεις αποκομίζεις από το τρέξιμο;
Από πού να αρχίσω; Και πώς να γίνω σαφής; Ας περιοριστώ στο εξής: ποτέ δεν πέρασα άσχημα τρέχοντας. Ορισμένοι τη βρίσκουν με τη συντροφιά, κάποιοι άλλοι με το ραχάτι, και μου αρέσουν και εμένα, αμφότερα. Όμως έχω μετανιώσει άπειρες φορές για το χρόνο που επένδυσα εξωπροπονητικά, ενώ το αντίθετο δεν έχει συμβεί ποτέ. Ακόμη και τις χειρότερες ημέρες, όταν έξω βρέχει καταρρακτωδώς, το κρύο περονιάζει, οι τετρακέφαλοι σφαδάζουν και κάθε κύτταρο του κορμιού αποζητά το κρεβάτι, όλα φτιάχνουν μόλις κατακτηθούν τα πρώτα χιλιόμετρα. Το σώμα εναρμονίζεται με το ρυθμό του, οι ενδορφίνες εκλύονται ακατάσχετα και τρέχεις ευφρόσυνα, σαν το ψάρι στο νερό. Ξέρεις τι λένε: το δυσκολότερο βήμα, είναι το πρώτο. Υποθέτω ότι υπάρχει μέσα μου ένα ψήγμα προτεσταντικής μενταλιτέ, τουτέστιν απολαμβάνω την ξεκούραση μονάχα όταν κερδίζεται κοπιωδώς. Θα μπορούσες να το πεις και μαζοχισμό, πράγμα που δεν ισχύει, μια που ευτυχώς δεν διαπιστώνω τέτοια συμπτώματα εκεί που τείνουν να διοχετεύονται, σε ερωτικές σχέσεις, λόγου χάρη. Διαθέτω αρνητική προδιάθεση απέναντι στην απραξία, την αδράνεια και την καθήλωση. Το τρέξιμο με κρατά μακριά από όλα αυτά. Τι άλλο; Σκέφτομαι καλύτερα όντας σε κίνηση. Βλέπω ευκρινέστερα, ακούω δυνατότερα, αφομοιώνω εικόνες που ειδάλλως θα προσπερνούσα, απολαμβάνω περισσότερο τη μουσική. Τι παραπάνω να ζητήσει από ένα σπορ κανείς;
Ποιοι οι στόχοι σου;
Θα ήθελα να τρέξω έναν μαραθώνιο σε λιγότερες από τέσσερις ώρες. Δεν είναι μεγάλο κατόρθωμα, αλλά είπαμε: Είμαι απλά καλός, όχι σπουδαίος. Επίσης: θέλω να τρέξω τουλάχιστον 20 μαραθωνίους ως τα πενήντα μου, να τρέξω τουλάχιστον έναν υπερμαραθώνιο, και προπάντων, όταν η ηλικία με φθείρει και οι χρόνοι μου πάρουν την κάτω βόλτα, να μετατραπώ σε δρομέα βουνού, με χαμηλότερο τέμπο και μίνιμουμ άγχους. Προπάντων, φιλοδοξώ να κρατήσω αυτό που ήδη διαθέτω: την άδολη χαρά. Να παραμείνω πωρωμένος ερασιτέχνης.
Τί θα συμβούλευες έναν επίδοξο δρομέα;
Να αγοράσει κατάλληλα παπούτσια. Είναι η μοναδική επένδυση κεφαλαίου που ζητά το τρέξιμο. Θα τον παρακινούσα να μην τρέχει στην παραλία, σαν όλους τους δύστυχους συμπολίτες μας που αυτοτραυματίζονται εν αγνοία τους καθημερινά, να δίνει τρομερή έμφαση στις διατάσεις, την αποκατάσταση και τη σωστή διατροφή, να συσσωρεύει χιλιόμετρα σαν πολύτιμα πετράδια, να μην εισακούει ποτέ εκείνη τη φωνή που του λέει, «σήμερα ξεκουράσου», και σαν γενικό κανόνα, όχι βιασύνες: να μην ανεβάζει την ένταση των προπονήσεων παραπάνω από 10% από το ένα στάδιο στο επόμενο. Είπαμε: είναι μαραθώνιος, όχι σπριντ.
share this:
- Πατήστε για κοινοποίηση στο Facebook(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Twitter(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο LinkedIn(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Pinterest(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Πατήστε για να μοιραστείτε στο WhatsApp(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Tumblr(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Pocket(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Reddit(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για εκτύπωση(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για αποστολή ενός συνδέσμου μέσω email σε έναν/μία φίλο/η(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)