Connect with us

INTERVIEW

Μπενεχούτσος: Κολυμπώντας μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας

Published

on

Με αφορμή της παρουσίας στη Μελβούρνη είχα την ευκαιρία να γνωρίσω έναν κολυμβητή που υπήρξε ένα από τα ταλέντα της νέας γενιάς κολυμβητών της χώρας μας, ο οποίος στη συνέχεια επέλεξε να αγωνίζεται για την έτερη πατρίδα του, την Αυστραλία.

του Παναγιώτη Βότση
[email protected]

Με μητέρα που ανήκε στην ελληνική ομογένεια της Μελβούρνης, γνωρίζω από πρώτο χέρι και τις δύο χώρες, τι προσφέρουν και τι όχι. Η χώρα της Ωκεανίας δεν είναι η γη της επαγγελίας αλλά σίγουρα προσφέρει ευκαιρίες και μία πολυεπίπεδη ποιότητα ζωής που δυστυχώς δεν διαθέτει η χώρα μας. Ο Θοδωρής Μπενεχούτσος είναι ένας από τους νέους που επέλεξαν να αξιοποιήσουν τη «γέφυρα» που δημιούργησαν τα μεταναστευτικά κύματα των προηγούμενων δεκαετιών, με στόχο να απογειώσει την αθλητική του καριέρα.

Ο 22χρονος μεγάλωσε στο Αιγάλεω της Αθήνας και από τα πρώτα του κολυμβητικά βήματα στην Ελλάδα φάνηκε ότι έχει πολλές δυνατότητες. Στα 15 του ανήκε ήδη στην Εθνική ομάδα και είχε ήδη διεθνείς συμμετοχές σε πρωταθλήματα, όμως η οικογένειά του πήρε την απόφαση να μετακομίσει μόνιμα στη Μελβούρνη της Αυστραλίας για να έχει ο ίδιος καλύτερες συνθήκες προπόνησης. Για μία τριετία συνέχισε να αγωνίζεται για την Ελλάδα όμως τα τελευταία από το 2017 επέλεξε τα χρώματα της άλλης πατρίδας του, εκείνης στην οποία πλέον ζει και στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε ο -ελληνικής καταγωγής- πατέρας του. Σήμερα είναι ένας από τους 11 κορυφαίους αθλητές του προπονητικού γκρουπ του Νοτιοαφρικάνου προπονητή Κρεγκ Τζάκσον, του οποίου μέλος είναι και ο χρυσός Ολυμπιονίκης των 400μ ελεύθερο στο Ρίο, Μακ Χόρτον, ενώ το καλοκαίρι ελπίζει να καταφέρει να βρεθεί στο Τόκιο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες με την ομάδα της Αυστραλίας. Ακολουθεί η συνέντευξη που έδωσε στο Sportsfeed για την ζωή του, τη δύσκολη απόφαση που πήρε και τις συνθήκες προπόνησης στο MSAC της Μελβούρνης:

Πως εξελίχθηκε η κολυμβητική σου καριέρα μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας.
Ξεκίνησα την κολύμβηση στην ηλικία των 5 στην Ελλάδα, καθαρά για λόγους υγείας και άσκησης. Μέχρι τα 12 φάνηκε ότι ήμουν καλός, είχα αρχίσει ήδη να κάνω πανελλήνια ρεκόρ οπότε άρχισα να το βλέπω πιο σοβαρά. Μπήκα στην προεθνική ομάδα στα 13 και μετά στην Εθνική. Στα 15 μου, το 2013, πήραμε την απόφαση οικογενειακώς να μετακομίσουμε στην Αυστραλία. Οι γονείς μου πήραν αυτή την απόφαση για εμάς, καθαρά λόγω της κολύμβησης. Ήθελαν να εξασφαλίσουν καλύτερη προοπτική για εμένα και την αδερφή μου στην κολύμβηση και βέβαια και μελλοντικά στις σπουδές. Αγωνιζόμουν  για τα ελληνικά χρώματα μέχρι και το 2017, ενώ από τότε μέχρι και σήμερα ανήκω στην ομάδα της Αυστραλίας.

Ποιοι ήταν οι λόγοι πίσω από αυτή την αλλαγή;
Ήταν αρκετοί οι λόγοι που στάθηκαν εμπόδιο στο να συνεχίσω να αγωνίζομαι με την Ελλάδα. Το διάστημα 2013-2017 ήμουν στην ελληνική Εθνική ομάδα αλλά έκανα προπόνηση στην Αυστραλία. Δεν υπήρχε ποτέ διαφορετική αντιμετώπιση από τον προπονητή μου, αλλά σε σχέση με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας δεν είχα πρόσβαση σε πολλά πράγματα που παρείχε η κολυμβητική ομοσπονδία της Αυστραλίας. Πέρα από τον προπονητή, εδώ υπάρχει ειδικός που αναλύει τη βιομηχανική κίνηση, φυσιολόγος, υπάρχουν εξειδικευμένοι προπονητές στο γυμναστήριο, υπάρχει ψυχολόγος και διατροφολόγος. Όλες αυτές τις υπηρεσίες τις παρέχει η Swimming Australia. Προετοιμαζόμουν για ευρωπαϊκό και παγκόσμιο νέων και αναγκαζόμουν να κάνω προπόνηση στο γυμναστήριο με παιδάκια 10-12 χρονών, ενώ το οικονομικό βάρος για ό,τι επιπλέον έκανα τότε το σήκωνε η οικογένειά μου. Επίσης πολύ σημαντικό είναι και το γεγονός ότι οι εποχές είναι ανάποδες. Όταν εγώ προετοιμαζόμουν για ευρωπαϊκά κυρίως, όλοι οι άλλοι φόρτωναν στην προπόνηση και εγώ έπρεπε να κατεβάσω ρυθμούς και να κάνω φορμάρισμα. Αυτό έκανε πολύ δύσκολη τη δουλειά του προπονητή μου. Μία φορά συγκεκριμένα θυμάμαι ότι όλοι οι άλλοι ήταν σε μπρέικ και εγώ συνέχιζα την προπόνηση μόνος μου γιατί ήταν ανάποδο το πλάνο μου με αυτό της ομάδας. Ένας τελευταίος, τυπικός λόγος, που με ώθησε να πάρω την απόφαση της αλλαγής υπηκοότητας ήταν ένας κανονισμός που υπάρχει στην Αυστραλία ο οποίος απαγορεύει σε αθλητές από άλλες χώρες να συμμετάσχουν σε τελικούς σε αγώνες όπεν. Επιτρέπεται μόνο σε προκριματικό και, αν υπάρχει, Β’ τελικό, οπότε οι αγωνιστικές μου ευκαιρίες ήταν περιορισμένες και χωρίς δυνατό συναγωνισμό.

Σε σχέση με αυτό που είχες ζήσει στην Ελλάδα τι διαφορές εντόπισες στις συνθήκες;
Οι εγκαταστάσεις και οι συνθήκες προπόνησης ήταν δύσκολες στην Ελλάδα. Εκεί εντοπίζεται κυρίως το πρόβλημα, γιατί από τους ανθρώπους του χώρου και από τους προπονητές υπήρχε πάντα στήριξη, στο πλαίσιο που μπορούσαν. Ανήκα στο Γλαύκο Περιστερίου αλλά έκανα προπόνηση στην ομάδα του Χαϊδαρίου, με τον Παναγιώτη Καλογερόπουλο. Πρέπει να πω ότι ο συγκεκριμένος είναι ένας προπονητής παγκοσμίου επιπέδου και όλη η ομάδα στο Χαϊδάρι ήταν εξαιρετική, όπως και όλοι οι προπονητές από τους οποίους πέρασα πιο πριν. Αλλά ο προπονητής κάνει ένα πράγμα. Εδώ υπάρχουν πέρα από τον προπονητή άλλοι 10 άνθρωποι από πίσω που κάνουν 10 διαφορετικά πράγματα. Για μένα αυτό είναι που ξεχωρίζει έναν πολύ καλό αθλητή από έναν κορυφαίο. Δεν πιστεύω πολύ στο ταλέντο, όταν φτάνεις σε αυτό το επίπεδο σίγουρα το αξίζεις γιατί έχεις δουλέψει πολύ. Από εκεί και πέρα όμως χρειάζεσαι ανθρώπους γύρω σου για να σου παράσχουν τις κατάλληλες συνθήκες. Για παράδειγμα, κάθε Δευτέρα έρχεται ο ψυχολόγος στην πισίνα και αφιερώνει 1.5 ώρα στα 11 μέλη της ομάδα μας, το ίδιο και ο διατροφολόγος. Όλα αυτά τα πράγματα είναι το 1% που για μένα ξεχωρίζει τους πολύ καλούς από τους κορυφαίους, γιατί το υπόλοιπο 99% είναι η προπόνηση και οι επιλογές που κάνει ένας αθλητής. Μία άλλη βασική διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι ο κόσμος στην Αυστραλία είναι ενεργός και έχει αθλητική κουλτούρα, ψάχνεται σε όλα τα αθλήματα. Κι εδώ βέβαια δε θα δεις στις ειδήσεις πολλά για τους κολυμβητές γιατί το αυστραλέζικο φούτμπολ και το κρίκετ είναι κυρίαρχα, όμως η πολιτεία μας ακούει και μας στηρίζει και ο κόσμος γνωρίζει τους κολυμβητές. Ακούω από αθλητές στην Ελλάδα ότι οι συνθήκες σιγά-σιγά βελτιώνονται, ελπίζω πραγματικά να ισχύει αυτό.

Περιέγραψέ μας την καθημερινότητά σου.
Μέσα στην εβδομάδα έχω στο σύνολο 9 προπονήσεις κολύμβησης, 3 γυμναστήριο, 1 φορά γιόγκα και 1 πιλάτες. Τα δύο τελευταία είναι δικές μου προσωπικές επιλογές που χρειάζομαι για το δικό μου κορμί. Ως προς το ωράριο τώρα, για να είμαι στην ώρα μου για την πρωινή προπόνηση ξυπνάω στις 4 παρά. Η πρωινή προπόνηση ξεκινάει 5:30 και ολοκληρώνεται περίπου στις 8:15. Η απογευματινή ξεκινάει 14:30 και ολοκληρώνεται 17:15. Τρεις φορές την εβδομάδα έχουμε αμέσως μετά την πρωινή 1.5 ώρα γυμναστήριο. Το απόγευμα γυρίζω στις 18:30 στο σπίτι μου, αφιερώνω κάποιες ώρες για διάβασμα και μέχρι τις 20:30 έχω κοιμηθεί. Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι μέσα στην εβδομάδα αφιερώνουμε όμως κάποιες ώρες σε προσωπικές μας ασχολίες, σε χόμπι ή άλλα αθλήματα, για να αντισταθμίζουμε την δύσκολη προπόνηση και να έχουμε ισορροπία. Η προπονητική νοοτροπία διαφέρει αρκετά σε αυτό σε σχέση με την Ελλάδα. Στην Αυστραλία σίγουρα θέλουν αποτελέσματα αλλά το να είσαι υγιής ως άνθρωπος και να έχεις ψυχική ισορροπία είναι πολύ σημαντικό. Στην Ελλάδα υπάρχει μία παραπάνω αυστηρότητα, σου λένε ότι υπάρχει μόνο το κολύμπι και τέλος.

Τι στόχους έχεις από εδώ και πέρα;
Ο Νο1 στόχος είναι οι Ολυμπιακοί του Τόκιο και για αυτό προετοιμάζομαι. Είναι το όνειρο κάθε κολυμβητή και με τον προπονητή μου ακολουθούμε το πλάνο τετραετίας που έφτιαξε μετά το Ρίο. Στην Αυστραλία ακολουθούμε το αμερικανικό σύστημα, οπότε έχουμε Ολυμπιακά τράιαλς τον Ιούνιο και εκεί θα κριθούν οι προκρίσεις. Είχα περάσει ένα σοβαρό τραυματισμό πέρυσι και σίγουρα μου κόστισε γιατί ήμουν ένα χρόνο εκτός, αλλά αυτή τη στιγμή είμαι πολύ καλά και είμαι ιδιαίτερα θετικός, κάτι που φάνηκε και το Δεκέμβριο όταν έκανα ατομικό ρεκόρ μετά από 2 χρόνια με 1:57.30 στο 200ρι πεταλούδα. Τους επόμενους μήνες θέλω να βρω πάλι τον αγωνιστικό μου ρυθμό για να είμαι έτοιμος τον Ιούνιο. Υπάρχει μεγάλος συναγωνισμός για τις 2+2 θέσεις στα 100μ και τα 200μ πεταλούδα, είμαστε τουλάχιστον 6 άτομα κοντά και δεν ξέρεις ποιανού θα είναι η κούρσα.

Τέλος, πως είδες το 2019 για τα ελληνικά χρώματα;
Ήταν μία εξαιρετική χρονιά για την ελληνική κολύμβηση και μπορεί να μην είμαι εκεί για να είμαι μέρος όλης αυτής της επιτυχίας, αλλά είμαι πολύ περήφανος. Η κολύμβηση είναι ένα άθλημα που δεν έχει την προσοχή που θα έπρεπε να είχε από την πολιτεία και είναι άξιο σεβασμού το πως όλα αυτά τα παιδιά φέρνουν αυτές τις επιτυχίες, σε μία χώρα η οποία δεν παρέχει την αντίστοιχη στήριξη. Ο αθλητισμός είναι αυτό που κάνει την Ελλάδα να λάμπει και η κολύμβηση έχει παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτή τη λάμψη. Η ελληνική κολύμβηση έχει πλέον το σεβασμό πολύ μεγάλων χωρών παγκοσμίως, είναι υπολογίσιμη δύναμη. Παρόλα αυτά να πω ότι συνεχίζουμε να έχουμε μικρές αποστολές από την Ελλάδα και αυτό είναι κάτι που μόνο σε εμάς βλέπω. Οι υπεύθυνοι στερούν την εμπειρία σε διεθνείς διοργανώσεις από νέα παιδιά που μπορούν στο μέλλον να πάνε Ολυμπιακούς. Αν δεν ανοιχτείς με μεγαλύτερες αποστολές, αν δεν πάρεις ρίσκα, δε θα πάρεις αποτελέσματα. Οι Έλληνες κολυμβητές το έχουν διαψεύσει εν μέρει αυτό, αλλά μόνο λόγω της δική τους προσπάθειας. Για κάτι μεγαλύτερο, για κάτι καλύτερο πρέπει να επενδύσει η ομοσπονδία.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι τη σεζόν του 2018-2019 ο Μπενεχούτσος είχε φιλοξενήσει για ένα διάστημα μερικών μηνών τον συνομήλικό του και πρώην ανταγωνιστή του στην πεταλούδα, Άλκη Κυνηγάκη, ο οποίος προπονήθηκε στο γκρουπ του Ολυμπιονίκη Μακ Χόρτον στο πλαίσιο της προετοιμασίας του για την ανοιχτή θάλασσα.

Οι απόψεις - editorial που δημοσιεύονται στο Sportsfeed απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του Sportsfeed το οποίο τηρεί πιστά τις αρχές της ελευθεροτυπίας: Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης. Copyright © 2022 Sportsfeed.gr

*/