Με αφορμή τα δύο χρυσά μετάλλια που κατέκτησαν δύο από τους αθλητές που προπονεί ο Γιώργος Πομάσκι, προσπαθήσαμε να παραθέσουμε τα δεδομένα της μακρόχρονης παρουσίας ξένων προπονητών στίβου στη χώρα μας.
του Γιώργου Κατσαρού
[email protected]
Ο Γιώργος Πομάσκι είναι ένας έμπειρος προπονητής, βαθύς γνώστης των οριζόντιων αλμάτων που στα 30 χρόνια που ασκεί την προπονητική, αποκλειστικά στη χώρα μας, έχει καταφέρει να προσφέρει μια μεγάλη συλλογή μεταλλίων, δια μέσου των αθλητών του. Στο τελευταίο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κατάφερε, γεγονός πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα, να κερδίσει δύο χρυσά μετάλλια!
Κάνοντας μια αναδρομή στη παρουσία των ξένων προπονητών στη χώρα μας θα πρέπει να φθάσουμε στη δεκαετία του 1930, όταν έφθασε στη χώρα μας ένας Ούγγρος προπονητής ο Ότο Σίμιτσεκ που εργάστηκε σε όλη του την ζωή στην Ελλάδα, προπονητής της Εθνικής ομάδας στίβου για 40 χρόνια, ενώ ταυτόχρονα προπονούσε αρκετούς συλλόγους. Γύμνασε, με βάση τις εντολές του τότε ΣΕΓΑΣ, όλους τους κορυφαίους Έλληνες πρωταθλητές, ανεξαρτήτως αγωνίσματος… Έτσι σε αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα δεν υπήρχε η δυνατότητα να αναδειχθεί Έλληνας προπονητής.
Την δεκαετία του 1960 άλλοι δύο Ούγγροι προπονητές ήλθαν στη χώρα μας. Συγκεκριμένα ο Γκούλα Άνταλ, που τοποθετήθηκε στην Θεσσαλονίκη και γύμνασε τους κορυφαίους αθλητές της πόλης και κυρίως τους δρομείς (ταχύτητας και αντοχής) επί 15 χρόνια. Ταυτόχρονα στην Αθήνα ήλθε με σημαντικές περγαμηνές στο βιογραφικό του με δρομείς αντοχής από την Ουγγαρία και της ΗΠΑ ο Μιχάϊ Ιγκλόι, που ανέλαβε, με εντολή του ΣΕΓΑΣ και γύμνασε όλους τους κορυφαίους Έλληνες δρομείς ημιαντοχής-αντοχής, με ιδιαίτερη επιτυχία, με δεδομένο ότι πέτυχαν πολλά πανελλήνια ρεκόρ και νίκες σε βαλκανικούς αγώνες.
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι οι ξένοι προπονητές έχουν εξασφαλίσει προνομιακό πεδίο δράσης στη χώρα μας. Απόδειξη ότι ο Πομάσκι έχει γυμνάσει το 70-80% των κορυφαίων αλτών των οριζοντίων αλμάτων στη χώρα μας (Πατουλίδου, Ξάνθου, Βασδέκης, Βασδέκη, Τσιαμήτα, Ζαλαγκίτης, Τσάτουμας, Μάστορας – ύψος, Παπαχρήστου, Τέντογλου). Στο ίδιο χρονικό διάστημα δεν υπάρχει Έλληνας προπονητής που να έχει γυμνάσει παραπάνω από το 10% των υπόλοιπων κορυφαίων αλτών (Δεβετζή, Πέρρα, Πανέτα, Τσιάμης…).
Με δεδομένο ότι οι Έλληνες προπονητές δεν χαίρουν της αναγνώρισης από τους συναδέλφους τους και έτσι οι αθλητές ακούνε περισσότερα αρνητικά σχόλια σε σχέση με τους ξένους και τις αγωνιστικές επιτυχίες του Πομάσκι, που λειτουργούν ως κίνητρο, φθάσαμε στο παραπάνω αποτέλεσμα.